- πλημμελειοδικείο
- τοτο δικαστήριο που δικάζει τα πλημμελήματα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
πλημμελειοδικείο — το, Ν το δικαστήριο στο οποίο δικάζονται τα πλημμελήματα. [ΕΤΥΜΟΛ. < πλημμελειοδίκης. Η λ., στον λόγιο τ. πλημμελειοδικεῖον, μαρτυρείται από το 1833 στους Ελληνικούς Κώδικες] … Dictionary of Greek
αρμοδιότητα — (Νομ.). Όριο μέσα στο οποίο κάθε δικαστήριο μπορεί να ασκήσει τις λειτουργίες του. Η α. διακρίνεται σε αστική και ποινική, ανάλογα με το αν αφορά τη λειτουργία της αστικής ή της ποινικής δικαιοσύνης. Ειδικές διατάξεις καθορίζουν την α. των… … Dictionary of Greek
ανάκριση — Συλλογή των αναγκαίων αποδεικτικών στοιχείων, με σκοπό να βεβαιωθεί αν έγινε ένα έγκλημα και να αποφασιστεί αν ένα άτομο πρέπει να προσαχθεί σε δίκη. Στην όλη διάπλαση του θεσμού της α. συναντάται από το ένα μέρος η φροντίδα αποτελεσματικής… … Dictionary of Greek
δικολάβος — Πρόσωπο που ασκεί δικηγορικά καθήκοντα χωρίς να έχει τα νόμιμα προσόντα δικηγόρου. Βλ. λ. δικηγόρος· δίκη. * * * ο (Μ δικολάβος) αυτός που αναλαμβάνει τη διεξαγωγή τής δίκης νεοελλ. 1. πρακτικός δικηγόρος (χωρίς δίπλωμα) που έχει δικαίωμα… … Dictionary of Greek
Αθεϊκά — Χαρακτηρισμός που επικράτησε να δίνεται στον κύκλο των επεισοδίων και των διωγμών που σημειώθηκαν στον Βόλο το 1908, με την ίδρυση του Ανώτερου Δημοτικού Παρθεναγωγείου και τη δημιουργία του Εργατικού Κέντρου Βόλου. Ο κύκλος έκλεισε με τη δίκη… … Dictionary of Greek
Νομικής, γεγονότα — Μεγάλες πολιτικές κινητοποιήσεις που συντάραξαν την Αθήνα τον Φεβρουάριο Μάρτιο του 1973 και είχαν ως στόχο το δικτατορικό καθεστώς. Ξεκίνησαν με την έκδοση νομοθετικού διατάγματος, το οποίο επέτρεπε στο υπουργείο Άμυνας να διακόπτει κατά βούληση … Dictionary of Greek
βούλευμα — το απόφαση, γνωμοδότηση, προδικαστική απόφαση: Εκδόθηκε απαλλακτικό βούλευμα για τον κατηγορούμενο από το πλημμελειοδικείο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)